Επιβιβάζω στα νορβηγικά
Μετάφραση: επιβιβάζω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
innlate seg, innlate, begi, fatt, ta fatt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιβιβάζω
επιβιβάζω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, επιβιβάζω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- επιβεβαιώνω στα νορβηγικά - bekrefte, bekreft, bekrefter, bekreftet, få bekreftet
- επιβιβάζομαι στα νορβηγικά - brett, bord, tavle, innlate seg, innlate, begi, fatt, ...
- επιβλέπω στα νορβηγικά - superintend
- επιβλαβής στα νορβηγικά - skadelig, skadelige, skade, farlig
Τυχαίες λέξεις
Επιβιβάζω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: innlate seg, innlate, begi, fatt, ta fatt
Μεταφράσεις: innlate seg, innlate, begi, fatt, ta fatt