Επιβιβάζω στα τούρκικα
Μετάφραση: επιβιβάζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
atılmak, yapmaya, girişmek, bindirmek, Rıhtımda
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιβιβάζω
επιβιβάζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, επιβιβάζω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- επιβεβαιώνω στα τούρκικα - onaylamak, onaylayın, teyit, doğrulamak, onaylayınız
- επιβιβάζομαι στα τούρκικα - tahta, atılmak, yapmaya, girişmek, bindirmek, Rıhtımda
- επιβλέπω στα τούρκικα - yönetmek, denetlemek, da idare, da idare eder, idare eder
- επιβλαβής στα τούρκικα - zararlı, ters, zarar, zararlıdır, kötü
Τυχαίες λέξεις
Επιβιβάζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: atılmak, yapmaya, girişmek, bindirmek, Rıhtımda
Μεταφράσεις: atılmak, yapmaya, girişmek, bindirmek, Rıhtımda