Ετήσιος στα νορβηγικά
Μετάφραση: ετήσιος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
årlig, årlige, en årlig, ordinære, ordinær
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ετήσιος
ετήσιος πληθωρισμός 2011, ετήσιος χρόνος απασχόλησης τεχνικού ασφάλειας και ιατρού εργασίας, ετήσιος πληθωρισμός 2013, ετήσιος προγραμματισμός νηπιαγωγείου, ετήσιος πληθωρισμός 2012, ετήσιος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ετήσιος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- εσώρουχα στα νορβηγικά - undertøy, Underwear, undertøyet, Wear, Undertøy kan
- ετήσια στα νορβηγικά - årlig, årlige, hvert år, i året
- εταίρα στα νορβηγικά - hore, kurtisane, isane, kurtisanen, kurtis
- εταιρία στα νορβηγικά - selskap, firma, fast, stø, samfunn, samfunnet, samfunns, ...
Τυχαίες λέξεις
Ετήσιος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: årlig, årlige, en årlig, ordinære, ordinær
Μεταφράσεις: årlig, årlige, en årlig, ordinære, ordinær