Συνοχή στα νορβηγικά
Μετάφραση: συνοχή, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sammenheng, samhold, samholdet, utjevning, samhørighet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνοχή
συνοχή συνώνυμα, συνοχή παραγράφου, συνοχή κειμένου, συνοχή συνεκτικότητα, συνοχή παραγράφων, συνοχή λεξικό γλώσσας νορβηγικά, συνοχή στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- συνουσία στα νορβηγικά - samkvem, samleie, omgang, sex, samleiet
- συνοφρυώνομαι στα νορβηγικά - rynke, misbillige, pannerynke, rynker pannen, frown
- συνοψίζω στα νορβηγικά - tabulere, Tabuleringene, tabu, tabellarisk oppstilling, å tabulere
- συντάκτης στα νορβηγικά - utgiver, redaktør, editor, redaktøren, redigeringsprogram, editoren
Τυχαίες λέξεις
Συνοχή στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: sammenheng, samhold, samholdet, utjevning, samhørighet
Μεταφράσεις: sammenheng, samhold, samholdet, utjevning, samhørighet