Συνοχή στα σλοβενικά
Μετάφραση: συνοχή, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kohezija, kohezijo, kohezijska, kohezije, kohezijske
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνοχή
συνοχή συνώνυμα, συνοχή παραγράφου, συνοχή κειμένου, συνοχή συνεκτικότητα, συνοχή παραγράφων, συνοχή λεξικό γλώσσας σλοβενικά, συνοχή στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- συνουσία στα σλοβενικά - koitus, občevanje, odnos, seks, spolni odnos, spolni
- συνοφρυώνομαι στα σλοβενικά - mračit, zamračení, frown, jezijo, Namrštiti se, Namrštiti
- συνοψίζω στα σλοβενικά - Tabelirati, tabeliranje
- συντάκτης στα σλοβενικά - redaktor, editor, urednik, urejevalnik, urednica, uredila
Τυχαίες λέξεις
Συνοχή στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: kohezija, kohezijo, kohezijska, kohezije, kohezijske
Μεταφράσεις: kohezija, kohezijo, kohezijska, kohezije, kohezijske