Συνοχή στα ουκρανικά
Μετάφραση: συνοχή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зв'язаний, згуртованість, зчеплення, когезія, єдність
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνοχή
συνοχή συνώνυμα, συνοχή παραγράφου, συνοχή κειμένου, συνοχή συνεκτικότητα, συνοχή παραγράφων, συνοχή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συνοχή στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- συνουσία στα ουκρανικά - міжреберний, розрізний, спілкування, Общение, Співтовариство
- συνοφρυώνομαι στα ουκρανικά - насупитися, насуплюватися, супити, нахмурювати, нахмурити, насупити, хмуртеся, ...
- συνοψίζω στα ουκρανικά - згущати, конденсуйтеся, скоротити, стиснутий, табулювати
- συντάκτης στα ουκρανικά - шеф-редактора, редактор, редакторе, редактора
Τυχαίες λέξεις
Συνοχή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: зв'язаний, згуртованість, зчеплення, когезія, єдність
Μεταφράσεις: зв'язаний, згуртованість, зчеплення, когезія, єдність