Πικρός στα ολλανδικά

Μετάφραση: πικρός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verbittering, bitter, bitterheid, bittere, verbitterd
Πικρός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πικρός

λέων πικρός, κώστας πικρός, πικρός συνώνυμα, πικρός καιρός, πικρός καφές για το περιβάλλον, πικρός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πικρός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πικράδα στα ολλανδικά - verbittering, haatdragendheid, rancune, wrok, wraakgierigheid, bitterheid, bitsheid, ...
  • πικρία στα ολλανδικά - verdriet, bitsheid, bedroeven, bitterheid, verbittering, bittere, bitter, ...
  • πικρόχολος στα ολλανδικά - slechtgehumeurd, kregel, gemelijk, somber, morose
  • πιλοτάρω στα ολλανδικά - loodsen, vliegtuigbestuurder, binnenbrengen, piloot, loods, navigeren, te navigeren, ...
Τυχαίες λέξεις
Πικρός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verbittering, bitter, bitterheid, bittere, verbitterd