Αποκόβω στα ουγγρικά
Μετάφραση: αποκόβω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kivágott, cut out, vágja ki, kivágták, kivágjuk
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποκόβω
αποκόβω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αποκόβω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αποκρύπτω στα ουγγρικά - köpeny, köpenyt, köpenyét, köpenye, palást
- αποκτώ στα ουγγρικά - jövedelem, ivadék, hozadék, kap, hogy, fog, kapni
- αποκόλληση στα ουγγρικά - objektivitás, szétkapcsolás, lekapcsolás, leszerelés, osztag, leválasztás, tárgyilagosság, ...
- απολίθωμα στα ουγγρικά - kövület, fosszilis, a fosszilis, fosszilis eredetű, megkövesedett
Τυχαίες λέξεις
Αποκόβω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kivágott, cut out, vágja ki, kivágták, kivágjuk
Μεταφράσεις: kivágott, cut out, vágja ki, kivágták, kivágjuk