Αποκόβω στα τούρκικα
Μετάφραση: αποκόβω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ayırmak, kesmek, kesip, kesilmiş, kesilip, kesilir
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποκόβω
αποκόβω λεξικό γλώσσας τούρκικα, αποκόβω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αποκρύπτω στα τούρκικα - bastırmak, pelerin, örtü, manto, perde, gizlemek
- αποκτώ στα τούρκικα - götürmek, kazanmak, getirmek, almak, olsun, alabilirsiniz, elde, ...
- αποκόλληση στα τούρκικα - dekolman, dekolmanı, plasenta, Ablasyo, abruption
- απολίθωμα στα τούρκικα - fosil, taşıl, fosili, fosilin, bir fosil
Τυχαίες λέξεις
Αποκόβω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: ayırmak, kesmek, kesip, kesilmiş, kesilip, kesilir
Μεταφράσεις: ayırmak, kesmek, kesip, kesilmiş, kesilip, kesilir