Διαρκώ στα ουγγρικά

Μετάφραση: διαρκώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
legújabb, legfrissebb, kaptafa, múlt, utolsónak, utoljára, elviselni, kitartóbb légy, bírja, elviselniük, elviselnie
Διαρκώ στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαρκώ

διαρκώ παρατατικοσ, διαρκώ αόριστος, διαρκώ στα αγγλικά, διαρκώ συνωνυμα, διαρκώ κλίση, διαρκώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διαρκώ στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • διαρκής στα ουγγρικά - folytatódó, szívós, folyamatos, állandó, konstans, folyamatosan, változatlan
  • διαρκείας στα ουγγρικά - évad, idény, szezon, szezonban, a szezonban
  • διαρρέω στα ουγγρικά - kiszivárogtatás, kicsepegés, szivárgás, vezetékhiba, lék, szivárog, beszivároghat, ...
  • διαρρήκτης στα ουγγρικά - betörő, betörést, betörés, betörőt, tolvaj
Τυχαίες λέξεις
Διαρκώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: legújabb, legfrissebb, kaptafa, múlt, utolsónak, utoljára, elviselni, kitartóbb légy, bírja, elviselniük, elviselnie