Διαρκώ στα ισπανικά

Μετάφραση: διαρκώ, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
perdurar, continuar, último, postrero, durar, soportar, aguantar, resistir, sufrir
Διαρκώ στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαρκώ

διαρκώ παρατατικοσ, διαρκώ αόριστος, διαρκώ στα αγγλικά, διαρκώ συνωνυμα, διαρκώ κλίση, διαρκώ λεξικό γλώσσας ισπανικά, διαρκώ στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • διαρκής στα ισπανικά - persistente, continuo, incesante, pertinaz, constante, constantes, constante de, ...
  • διαρκείας στα ισπανικά - constante, permanente, temporada, estación, temporada de, la temporada, campaña
  • διαρρέω στα ισπανικά - gotear, fuga, filtrarse, filtre, filtran, filtrarse a, filtrará
  • διαρρήκτης στα ισπανικά - ladrón, antirrobo, de ladrón, Burglar, ladrones
Τυχαίες λέξεις
Διαρκώ στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: perdurar, continuar, último, postrero, durar, soportar, aguantar, resistir, sufrir