Εκκολάπτομαι στα ουγγρικά
Μετάφραση: εκκολάπτομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nyílás, Hatch, sraffozási, sraffozás, kikelnek
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκκολάπτομαι
εκκολάπτομαι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εκκολάπτομαι στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- εκκλησία στα ουγγρικά - egyház, templom, egyházi, templomot, templomba
- εκκλησίασμα στα ουγγρικά - gyülekezet, Kongregáció, gyülekezetnek, gyülekezetben, gyülekezete
- εκκρίνω στα ουγγρικά - tulajdon-átruházás, elengedés, árammegszakító, eleresztés, izzad, sugároznak, izzaszt, ...
- εκκρεμότητα στα ουγγρικά - felfüggesztve, hatályon kívül helyezve
Τυχαίες λέξεις
Εκκολάπτομαι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: nyílás, Hatch, sraffozási, sraffozás, kikelnek
Μεταφράσεις: nyílás, Hatch, sraffozási, sraffozás, kikelnek