Εκκολάπτομαι στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εκκολάπτομαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
escotilha, hachura, portinhola, de hachura, eclodem
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκκολάπτομαι
εκκολάπτομαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εκκολάπτομαι στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- εκκλησία στα πορτογαλικά - igrejas, igreja, templo, Church, da igreja, igreja de, de igreja
- εκκλησίασμα στα πορτογαλικά - congregação, assembleia, igreja, congregation
- εκκρίνω στα πορτογαλικά - largar, desentalar, libere, retransmitir, descongestionar, despedimento, transpirar, ...
- εκκρεμότητα στα πορτογαλικά - inatividade temporária, pendência
Τυχαίες λέξεις
Εκκολάπτομαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: escotilha, hachura, portinhola, de hachura, eclodem
Μεταφράσεις: escotilha, hachura, portinhola, de hachura, eclodem