Εκκολάπτομαι στα τσεχικά

Μετάφραση: εκκολάπτομαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
šrafovat, dvířka, stavidlo, vysedět, poklop, příklop, šrafování, líhnou, průlez
Εκκολάπτομαι στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκκολάπτομαι

εκκολάπτομαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, εκκολάπτομαι στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • εκκλησία στα τσεχικά - církevní, chrám, kostel, církev, kostelní, kostela
  • εκκλησίασμα στα τσεχικά - kongregace, shromáždění, sbor, pospolitost, sboru
  • εκκρίνω στα τσεχικά - osvobození, vysvobodit, osvobodit, osvobozovat, propustit, pustit, zprostit, ...
  • εκκρεμότητα στα τσεχικά - odklad, suspenze, pozastavení, abeyance
Τυχαίες λέξεις
Εκκολάπτομαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: šrafovat, dvířka, stavidlo, vysedět, poklop, příklop, šrafování, líhnou, průlez