Εκλεπτυσμένος στα ουγγρικά

Μετάφραση: εκλεπτυσμένος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hajszálnyi, finomított, kifinomult, bonyolult, kifinomultabb, fejlett, igényes
Εκλεπτυσμένος στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκλεπτυσμένος

εκλεπτυσμένος συνωνυμα, εκλεπτυσμένος σημασια, εκλεπτυσμένος λεξικο, εκλεπτυσμένος βικιπαιδεια, εκλεπτυσμένος αγγλικα, εκλεπτυσμένος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εκλεπτυσμένος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • εκλεκτικός στα ουγγρικά - szelektív, a szelektív, szelektívebb, szelektíven
  • εκλεκτός στα ουγγρικά - választott, kiválasztott, választotta, által kiválasztott, választották
  • εκλιπαρώ στα ουγγρικά - sóvárog, vágynak, vágyik, vágynak a, vágyom
  • εκλογές στα ουγγρικά - választások, választásokon, választásokat, választásokra, választás
Τυχαίες λέξεις
Εκλεπτυσμένος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: hajszálnyi, finomított, kifinomult, bonyolult, kifinomultabb, fejlett, igényes