Ετοιμότητα στα ουγγρικά
Μετάφραση: ετοιμότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
készség, készenlét, készen, készségét, készen áll
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ετοιμότητα
ετοιμότητα εκπαιδευτικών, ετοιμότητα συνώνυμο, ετοιμότητα για εργασία, ετοιμότητα κυψέλησ, ετοιμότητα εργασίας, ετοιμότητα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ετοιμότητα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ετοιμασία στα ουγγρικά - rendberakás, elsimítás, előkészítés, készítmény, előkészítése, elkészítése, felkészülés
- ετοιμόρροπος στα ουγγρικά - emberroncs, bitang, uratlan, rozoga, rozzant, düledező, omladozó, ...
- ετυμηγορία στα ουγγρικά - ítélet, verdikt, vélemény, ítéletet, döntés, ítéletét, ítélete
- ετυμολογία στα ουγγρικά - etimológia, etimológiája, etimológiát, etimológiáját, etymology
Τυχαίες λέξεις
Ετοιμότητα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: készség, készenlét, készen, készségét, készen áll
Μεταφράσεις: készség, készenlét, készen, készségét, készen áll