Ετοιμότητα στα πολωνικά
Μετάφραση: ετοιμότητα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
raźność, czujność, gotowość, gotowości, gotowość do, gotowością, gotowości do
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ετοιμότητα
ετοιμότητα εκπαιδευτικών, ετοιμότητα συνώνυμο, ετοιμότητα για εργασία, ετοιμότητα κυψέλησ, ετοιμότητα εργασίας, ετοιμότητα λεξικό γλώσσας πολωνικά, ετοιμότητα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ετοιμασία στα πολωνικά - porozumienie, urządzenie, umowa, układ, przygotowanie, uporządkowanie, rozmieszczenie, ...
- ετοιμόρροπος στα πολωνικά - bezpański, zdezelowany, walący się, ruderowaty, ramshackle, ramshackle market
- ετυμηγορία στα πολωνικά - wyrok, opinia, werdykt, grynszpan, orzeczenie, werdyktu, sąd
- ετυμολογία στα πολωνικά - etymologia, źródłosłów, etymologii, etymology, etymologię
Τυχαίες λέξεις
Ετοιμότητα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: raźność, czujność, gotowość, gotowości, gotowość do, gotowością, gotowości do
Μεταφράσεις: raźność, czujność, gotowość, gotowości, gotowość do, gotowością, gotowości do