Εύρημα στα ουγγρικά

Μετάφραση: εύρημα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lelet, talál, találják, megtalálják, megtalálja
Εύρημα στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εύρημα

αρχαιολογικό εύρημα, εύρημα συνωνυμο, εύρημα της αμφίπολης, πλασματικό εύρημα, εύρημα στα αγγλικά, εύρημα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εύρημα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • εύπιστος στα ουγγρικά - hiszékeny, hiszékenyek, naiv, a hiszékeny, becsapható
  • εύπορος στα ουγγρικά - takarékos, gazdaságos, takarékosan, takarékosabb
  • εύρος στα ουγγρικά - amplitúdó, szélesség, szélessége, szélességét, szélességű, széles
  • εύσαρκος στα ουγγρικά - testes, kövér, corpulent, testesebb, korpulens
Τυχαίες λέξεις
Εύρημα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: lelet, talál, találják, megtalálják, megtalálja