Λάδωμα στα ουγγρικά
Μετάφραση: λάδωμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vesztegetés, olajozás, olajozása, olajzása, olajtalanítás
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λάδωμα
λάδωμα δίπλωμα οδήγησης, λάδωμα στα αγγλικα, δίπλωμα λάδωμα, λάδωμα πόρτας, λάδωμα ραπτομηχανής, λάδωμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, λάδωμα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- κώνος στα ουγγρικά - toboz, kúp, kúpos, kónusz, cone, kónuszos
- λάβαρο στα ουγγρικά - transzparens, írisz, lobogó, zászló, aranyzab, Banner, szalagpapír, ...
- λάθος στα ουγγρικά - fogyatékosság, megkárosítás, tévedés, pontatlanul, botlás, alkalmatlanul, mulasztás, ...
- λάκκος στα ουγγρικά - tárnalejárat, rohampáholy, sírgödör, földszint, gödör, pit, aknás, ...
Τυχαίες λέξεις
Λάδωμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: vesztegetés, olajozás, olajozása, olajzása, olajtalanítás
Μεταφράσεις: vesztegetés, olajozás, olajozása, olajzása, olajtalanítás