Λάδωμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: λάδωμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хабарництво, мастило, змащення, змазка, змащування, смазка
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λάδωμα
λάδωμα δίπλωμα οδήγησης, λάδωμα στα αγγλικα, δίπλωμα λάδωμα, λάδωμα πόρτας, λάδωμα ραπτομηχανής, λάδωμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λάδωμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κώνος στα ουκρανικά - гуля, ґуля, шишка, конус
- λάβαρο στα ουκρανικά - зависнути, хвіст, стяг, зменшуватись, зменшуватися, прапор, банер, ...
- λάθος στα ουκρανικά - інкорпорація, увімкнення, брехливий, ухилення, помилково, омана, вина, ...
- λάκκος στα ουκρανικά - поршні, яма, яму
Τυχαίες λέξεις
Λάδωμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: хабарництво, мастило, змащення, змазка, змащування, смазка
Μεταφράσεις: хабарництво, мастило, змащення, змазка, змащування, смазка