Νωθρότητα στα ουγγρικά
Μετάφραση: νωθρότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hanyagság, lajhár, lustaság, restség, sloth, lajhárt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νωθρότητα
νωθρότητα συνώνυμο, νωθρότητα σημασία, νωθρότητα wikipedia, νωθρότητα ορισμος, νωθροτητα συνώνυμα, νωθρότητα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, νωθρότητα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- νυχτερίδα στα ουγγρικά - denevér, sulyok, téglatörmelék, tégladarab, BAT, ütő, denevért
- νωθρός στα ουγγρικά - nyomorúságos, poky, vacak
- νωπός στα ουγγρικά - lehangoltság, friss, frissen, a friss, új, újabb
- νωρίς στα ουγγρικά - korán, korai, elején, kora, a korai
Τυχαίες λέξεις
Νωθρότητα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: hanyagság, lajhár, lustaság, restség, sloth, lajhárt
Μεταφράσεις: hanyagság, lajhár, lustaság, restség, sloth, lajhárt