Νωθρότητα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: νωθρότητα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
preguiça, indolência, a preguiça, sloth, da preguiça
Νωθρότητα στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νωθρότητα

νωθρότητα συνώνυμο, νωθρότητα σημασία, νωθρότητα wikipedia, νωθρότητα ορισμος, νωθροτητα συνώνυμα, νωθρότητα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, νωθρότητα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • νυχτερίδα στα πορτογαλικά - morcego, bastão, bat, bastão de, taco
  • νωθρός στα πορτογαλικά - pequeno, apertado, acanhado, poky, acanhados
  • νωπός στα πορτογαλικά - novo, húmido, recente, frequentemente, nada, fresco, fresca, ...
  • νωρίς στα πορτογαλικά - precoce, ouvido, orelha, cedo, prematuro, início, início de, ...
Τυχαίες λέξεις
Νωθρότητα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: preguiça, indolência, a preguiça, sloth, da preguiça