Νωθρότητα στα ουκρανικά

Μετάφραση: νωθρότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лінивець, лінюху, ленивец, лінивий
Νωθρότητα στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νωθρότητα

νωθρότητα συνώνυμο, νωθρότητα σημασία, νωθρότητα wikipedia, νωθρότητα ορισμος, νωθροτητα συνώνυμα, νωθρότητα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, νωθρότητα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • νυχτερίδα στα ουκρανικά - дубина, моргати, самостійно, дрюк, кажан, темп, летюча миша
  • νωθρός στα ουκρανικά - навчання, убогий, вбогий, бідний, убогу
  • νωπός στα ουκρανικά - вогкий, прісний, змочити, вологий, свіжий, змочувати, новий, ...
  • νωρίς στα ουκρανικά - ранній, рано, зарано
Τυχαίες λέξεις
Νωθρότητα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: лінивець, лінюху, ленивец, лінивий