Νωθρότητα στα πολωνικά

Μετάφραση: νωθρότητα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
opieszałość, lenistwo, niedołęstwo, indolencja, ospałość, ociężałość, gnuśność, sloth, leniwiec, właśnym leniwcem
Νωθρότητα στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νωθρότητα

νωθρότητα συνώνυμο, νωθρότητα σημασία, νωθρότητα wikipedia, νωθρότητα ορισμος, νωθροτητα συνώνυμα, νωθρότητα λεξικό γλώσσας πολωνικά, νωθρότητα στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • νυχτερίδα στα πολωνικά - palant, rakieta, nietoperz, kij, rakietka, gacek, bat, ...
  • νωθρός στα πολωνικά - bezbolesny, leniwy, ubogi, marne, poky, ciasne
  • νωπός στα πολωνικά - amortyzować, świeży, parny, zawilgocenie, wilgoć, zwilżyć, para, ...
  • νωρίς στα πολωνικά - wczesny, wczesnochrześcijański, przedwcześnie, rychły, dawny, wcześnie, przedwczesny, ...
Τυχαίες λέξεις
Νωθρότητα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: opieszałość, lenistwo, niedołęstwo, indolencja, ospałość, ociężałość, gnuśność, sloth, leniwiec, właśnym leniwcem