Παραγωγικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: παραγωγικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
eredményes, termelékeny, termelő, produktív, termelési, termékeny
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραγωγικός
παραγωγικός συντελεστής, παραγωγικός συνώνυμα, παραγωγικός συλλογισμός ασκησεις, παραγωγικός συλλογισμός παραδειγματα, παραγωγικός συνεταιρισμός γυναικών κοκκινογείων δράμας σ.π.ε, παραγωγικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, παραγωγικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- παραγραφή στα ουγγρικά - múlás, lapse, eltelt
- παραγωγή στα ουγγρικά - terméshozam, meggörbülés, nyúlás, kimenet, termelés, terméseredmény, fémkinyerés, ...
- παραγωγικότητα στα ουγγρικά - termelékenység, a termelékenység, termelékenységet, a termelékenységet, termelékenységi
- παραγωγός στα ουγγρικά - termelő, gyártó, termelőtől, termelői, a termelői
Τυχαίες λέξεις
Παραγωγικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: eredményes, termelékeny, termelő, produktív, termelési, termékeny
Μεταφράσεις: eredményes, termelékeny, termelő, produktív, termelési, termékeny