Πριμ στα ουγγρικά
Μετάφραση: πριμ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nyereségrészesedés, bónuszok, prémiumok, bónuszokat, többlettámogatás, jutalmak
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πριμ
πριμ 17 εκατ. ευρώ σε μελισσοκόμους, πριμ αγροτων, πριμ συνέπειας για όσους πληρώνουν, πριμ κινδυνου, πριμ παραγωγικότητας φορολογια, πριμ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πριμ στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πρεσβευτής στα ουγγρικά - nagykövet, nagykövete, nagykövetet, nagykövetnek, nagykövetét
- πρηνής στα ουγγρικά - elterült, heverő
- πριμοδότηση στα ουγγρικά - pénzjutalom, államsegély, pénzadomány, prémium, díj, jövedelemtámogatás, felár, ...
- πριν στα ουγγρικά - elé, korábban, ezelőtt, óra, ezelőtti
Τυχαίες λέξεις
Πριμ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: nyereségrészesedés, bónuszok, prémiumok, bónuszokat, többlettámogatás, jutalmak
Μεταφράσεις: nyereségrészesedés, bónuszok, prémiumok, bónuszokat, többlettámogatás, jutalmak