Πριμ στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πριμ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bônus, gratificações, bónus, bonificações, bônus de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πριμ
πριμ 17 εκατ. ευρώ σε μελισσοκόμους, πριμ αγροτων, πριμ συνέπειας για όσους πληρώνουν, πριμ κινδυνου, πριμ παραγωγικότητας φορολογια, πριμ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πριμ στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πρεσβευτής στα πορτογαλικά - embaixador, embaixadora, o embaixador, embaixador da, embaixador de
- πρηνής στα πορτογαλικά - procumbente, procumbent, procumbentes, deitado de bruços, prostrado
- πριμοδότηση στα πορτογαλικά - prémios, prêmio, prémio, premium, prémio de, superior
- πριν στα πορτογαλικά - antes, atrás, há, ago, h
Τυχαίες λέξεις
Πριμ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: bônus, gratificações, bónus, bonificações, bônus de
Μεταφράσεις: bônus, gratificações, bónus, bonificações, bônus de