Πυκνότητα στα ουγγρικά
Μετάφραση: πυκνότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vastagság, sűrűség, sűrűségű, sűrűsége, sűrűségét, sűrűséget
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυκνότητα
πυκνότητα λαδιού, πυκνότητα πάγου, πυκνότητα βενζίνης, πυκνότητα χαλκού, πυκνότητα σιδήρου, πυκνότητα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πυκνότητα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πυκνωτής στα ουγγρικά - kondenzor, kondenzátor, kondenzátort, kondenzátorral, kapacitás, kondenzátoron
- πυκνός στα ουγγρικά - vastagon, vastag, köpcös, thickset, zömök
- πυκνώνω στα ουγγρικά - vastagít, beránt, megvastagodhatnak, sűrűsödik, megvastagodhat
- πυξίδα στα ουγγρικά - tájoló, iránytű, iránytűvel, iránytűt, kompasz
Τυχαίες λέξεις
Πυκνότητα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: vastagság, sűrűség, sűrűségű, sűrűsége, sűrűségét, sűrűséget
Μεταφράσεις: vastagság, sűrűség, sűrűségű, sűrűsége, sűrűségét, sűrűséget