Σαλιάζω στα ουγγρικά

Μετάφραση: σαλιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nyálazik, benyálaz, nyálazás, köhögve
Σαλιάζω στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαλιάζω

σαλιάζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σαλιάζω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • σαλάχι στα ουγγρικά - rája, sugár, fénysugár, ray, röntgen
  • σαλεύω στα ουγγρικά - megrázás, hidegrázás, sakkhúzás, turmix, megrázkódás, mozgat, elmozdul, ...
  • σαλιαρίζω στα ουγγρικά - nyáladzik, nyál, badarság
  • σαλιγκάρι στα ουγγρικά - csiga, snail, csigát, a csiga
Τυχαίες λέξεις
Σαλιάζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: nyálazik, benyálaz, nyálazás, köhögve