Σαλιάζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: σαλιάζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
salivar, aguar, venda, baba, babar, slobber, do slobber, atamancar
Σαλιάζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαλιάζω

σαλιάζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σαλιάζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • σαλάχι στα πορτογαλικά - cru, raio, ray, raios, de raios, de raio
  • σαλεύω στα πορτογαλικά - mudar, andar, fazer, eixo, tramitar, agitação, mexer, ...
  • σαλιαρίζω στα πορτογαλικά - baba, babar, drool, o drool, do Drool dos
  • σαλιγκάρι στα πορτογαλικά - liso, caracol, animal, alisar, acariciar, snail, do caracol, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαλιάζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: salivar, aguar, venda, baba, babar, slobber, do slobber, atamancar