Σαλιάζω στα πολωνικά
Μετάφραση: σαλιάζω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ślinić, oślinić, ośliniać, zaślinić, fuszerować, roztkliwiać, roztkliwiać się
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαλιάζω
σαλιάζω λεξικό γλώσσας πολωνικά, σαλιάζω στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- σαλάχι στα πολωνικά - płaszczka, półprosta, promyk, promieniować, promień, ray, promieniowania, ...
- σαλεύω στα πολωνικά - przesuwanie, zagranie, wyprowadzić, odsuwać, przeprowadzać, przesuwać, wzruszyć, ...
- σαλιαρίζω στα πολωνικά - ślina, ślinić, naślinić, bzdurzyć, Drool
- σαλιγκάρι στα πολωνικά - ślimak, Snail, limak, ślimaka
Τυχαίες λέξεις
Σαλιάζω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ślinić, oślinić, ośliniać, zaślinić, fuszerować, roztkliwiać, roztkliwiać się
Μεταφράσεις: ślinić, oślinić, ośliniać, zaślinić, fuszerować, roztkliwiać, roztkliwiać się