Επιδρομή στα ουκρανικά
Μετάφραση: επιδρομή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
цькувати, атакувати, атака, нападати, труїти, ура, рейд
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδρομή
επιδρομή γαλατών στην ελλάδα, επιδρομή στο έντεμπε, επιδρομή λεξικό, επιδρομή στον πειραιά, επιδρομή ορισμόσ, επιδρομή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επιδρομή στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- επιδοκιμασία στα ουκρανικά - потвердження, санкція, згоду, згода, апробація, злагода, схвалення, ...
- επιδοτώ στα ουκρανικά - субсидувати, субсидіювати, субсидуватиме
- επιδόρπιο στα ουκρανικά - десерт
- επιδότηση στα ουκρανικά - субсидія, дотація, субсидію, грант, субсидії
Τυχαίες λέξεις
Επιδρομή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: цькувати, атакувати, атака, нападати, труїти, ура, рейд
Μεταφράσεις: цькувати, атакувати, атака, нападати, труїти, ура, рейд