Καρφί στα ουκρανικά
Μετάφραση: καρφί, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
забивати, запонка, кнопка, забити, ніготь, цвях, пазур, кіготь, стайня, косяк, усипати, гвіздок, цвяха
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρφί
καρφί αγγλικά, καρφί σε rca, καρφί του σαββατοκύριακου, καρφί εφημερίδα, καρφί 3.5mm, καρφί λεξικό γλώσσας ουκρανικά, καρφί στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- καρτερία στα ουκρανικά - терплячість, терпіння, наполегливість, витривалість
- καρυκεύω στα ουκρανικά - смак, спеція, присмак, аромат, спеції
- καρφίτσα στα ουκρανικά - брошка, звідники, брошку, Брошь
- καρφώνω στα ουκρανικά - гіпопотам, бегемот, кілочок, кілок, колишек
Τυχαίες λέξεις
Καρφί στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: забивати, запонка, кнопка, забити, ніготь, цвях, пазур, кіготь, стайня, косяк, усипати, гвіздок, цвяха
Μεταφράσεις: забивати, запонка, кнопка, забити, ніготь, цвях, пазур, кіготь, стайня, косяк, усипати, гвіздок, цвяха