Καρφί στα σουηδικά
Μετάφραση: καρφί, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
spik, nagel, spiken, nageln, nail
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρφί
καρφί αγγλικά, καρφί σε rca, καρφί του σαββατοκύριακου, καρφί εφημερίδα, καρφί 3.5mm, καρφί λεξικό γλώσσας σουηδικά, καρφί στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- καρτερία στα σουηδικά - tålamod, uthållighet, uthållighets, uthålligheten, endurance, uttålighet
- καρυκεύω στα σουηδικά - smak, krydda, Spice, kryddan, kryddor
- καρφίτσα στα σουηδικά - brosch, stift, nål
- καρφώνω στα σουηδικά - nita, PEG, pinne, tappen, tapp
Τυχαίες λέξεις
Καρφί στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: spik, nagel, spiken, nageln, nail
Μεταφράσεις: spik, nagel, spiken, nageln, nail