Καρφί στα ιταλικά
Μετάφραση: καρφί, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
unghia, chiodo, inchiodare, unghie, del chiodo, nail
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρφί
καρφί αγγλικά, καρφί σε rca, καρφί του σαββατοκύριακου, καρφί εφημερίδα, καρφί 3.5mm, καρφί λεξικό γλώσσας ιταλικά, καρφί στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- καρτερία στα ιταλικά - costanza, pazienza, sopportazione, resistenza, la resistenza, durata, di resistenza, ...
- καρυκεύω στα ιταλικά - spezia, spezie, di spezie, spice, delle spezie
- καρφίτσα στα ιταλικά - spilla, spillo, perno, brooch, spilla di, del brooch, spilla in
- καρφώνω στα ιταλικά - inchiodare, piolo, PEG, spina, piolo di, di PEG
Τυχαίες λέξεις
Καρφί στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: unghia, chiodo, inchiodare, unghie, del chiodo, nail
Μεταφράσεις: unghia, chiodo, inchiodare, unghie, del chiodo, nail