Κτήτορας στα ουκρανικά
Μετάφραση: κτήτορας, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хазяїне, володілець, господар, хазяїн, власник
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κτήτορας
κτήτορας λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κτήτορας στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κτήριο στα ουκρανικά - будівля, будівництво, будова, будову, будинок, будівлю, будівлі, ...
- κτήση στα ουκρανικά - домен, володіння, галузь, маєток, сфера, область
- κτίστης στα ουκρανικά - каменяр, муляр, тесля, будівник, будівельник, тесляр, Каменяр, ...
- κτηνίατρος στα ουκρανικά - вдягнений, одягнутий, надягнений, покритий, ветеринар
Τυχαίες λέξεις
Κτήτορας στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: хазяїне, володілець, господар, хазяїн, власник
Μεταφράσεις: хазяїне, володілець, господар, хазяїн, власник