Μαμά στα ουκρανικά

Μετάφραση: μαμά, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
багатоокий, пантоміма, мама, мати, мамо
Μαμά στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαμά

μαμά τόνι φράνκα ράμε ομάδα πείρα(γ)μα, μαμά δεν τρώω πράσινα, μαμά μην κλαις θα τα λέμε στο skype, μαμά θα κάνω μπάντα, μαμά μαθαίνω dvd, μαμά λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μαμά στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μαλλιαρός στα ουκρανικά - шерстяний, ворсистий, волосатий, волосистий, шерстистий, волохатий, шерстистого, ...
  • μαλώνω στα ουκρανικά - докоріть, шуміти, ревіти, гарчати, сварити, бити, бити на, ...
  • μαμούδι στα ουκρανικά - дефект, клоп, блошиця, mamoudi
  • μανία στα ουκρανικά - ярість, шаленство, лють, шалено, обідранці, сказ, шаленість, ...
Τυχαίες λέξεις
Μαμά στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: багатоокий, пантоміма, мама, мати, мамо