Μαμά στα πολωνικά

Μετάφραση: μαμά, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
mama, mamunia, niemy, cichy, mumia, mamusia, mum, mamą, mamo
Μαμά στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαμά

μαμά τόνι φράνκα ράμε ομάδα πείρα(γ)μα, μαμά δεν τρώω πράσινα, μαμά μην κλαις θα τα λέμε στο skype, μαμά θα κάνω μπάντα, μαμά μαθαίνω dvd, μαμά λεξικό γλώσσας πολωνικά, μαμά στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • μαλλιαρός στα πολωνικά - wełnisty, mętny, włosisty, kosmaty, kędzierzawy, włochaty, kudłaty, ...
  • μαλώνω στα πολωνικά - besztać, karcić, zbesztać, sprać, nacierać uszu
  • μαμούδι στα πολωνικά - gryźć, błąd, robak, wkurzać, elektron, podsłuch, pluskwa, ...
  • μανία στα πολωνικά - zacietrzewienie, szał, furia, pieklić, pasja, piorunować, wściekłość, ...
Τυχαίες λέξεις
Μαμά στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: mama, mamunia, niemy, cichy, mumia, mamusia, mum, mamą, mamo