Ξαφνικά στα ουκρανικά
Μετάφραση: ξαφνικά, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
круто, несподівано, зненацька, раптом, вдруге, раптово
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξαφνικά
ξαφνικά με θέλεις στη ζωή σου, ξαφνικά 30, ξαφνικά στίχοι, ξαφνικά επίρρημα, ξαφνικά όλα αλλάζουν κι αρχίζω να θυμάμαι ξανά, ξαφνικά λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ξαφνικά στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ξαπλώνω στα ουκρανικά - слабко, брехня, брехню, неправда, неправду, ложь
- ξαφνιάζω στα ουκρανικά - вразьте, дивувати, здивувати, вразити, вражати, сюрприз
- ξαφνικός στα ουκρανικά - раптовий, крутий, раптово, раптом, несподівано, зненацька, що раптово
- ξαφρίζω στα ουκρανικά - зберіть, знімання, зняття, знімати, зніматимуть, зніматиме
Τυχαίες λέξεις
Ξαφνικά στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: круто, несподівано, зненацька, раптом, вдруге, раптово
Μεταφράσεις: круто, несподівано, зненацька, раптом, вдруге, раптово