Ομόφωνα στα ουκρανικά
Μετάφραση: ομόφωνα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
одноголосно, одностайно
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομόφωνα
ομόφωνα english, ομόφωνα συνώνυμο, ομόφωνα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ομόφωνα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ομόνοια στα ουκρανικά - спайка, близькість, співзвуччя, злагоду, злагода, договір, згода, ...
- ομότιμος στα ουκρανικά - вдивлятися, рівний, удивлятися, переглядати, пер, вдивлятись
- ομόφωνος στα ουκρανικά - одностайний, одностайне, одностайна, одностайну
- ονειδίζω στα ουκρανικά - телячий, докір, закид
Τυχαίες λέξεις
Ομόφωνα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: одноголосно, одностайно
Μεταφράσεις: одноголосно, одностайно