Ομόφωνα στα σουηδικά
Μετάφραση: ομόφωνα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
enhälligt, utskottet enhälligt, enhällighet, enhälligt beslut, med enhällighet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομόφωνα
ομόφωνα english, ομόφωνα συνώνυμο, ομόφωνα λεξικό γλώσσας σουηδικά, ομόφωνα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ομόνοια στα σουηδικά - endräkt, concord, harmoni, enighet, Harmonin
- ομότιμος στα σουηδικά - inbördes, refereegranskad, refereegranskat, refereegranskad vetenskaplig
- ομόφωνος στα σουηδικά - enhälliga, enhällig, enhälligt, eniga, enhällighet
- ονειδίζω στα σουηδικά - twit, PIKA, idiot, twit till
Τυχαίες λέξεις
Ομόφωνα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: enhälligt, utskottet enhälligt, enhällighet, enhälligt beslut, med enhällighet
Μεταφράσεις: enhälligt, utskottet enhälligt, enhällighet, enhälligt beslut, med enhällighet