Ομόφωνα στα φινλανδικά
Μετάφραση: ομόφωνα, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
yksimielisesti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομόφωνα
ομόφωνα english, ομόφωνα συνώνυμο, ομόφωνα λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ομόφωνα στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- ομόνοια στα φινλανδικά - suostua, sopu, mukailla, hyväksyä, kongruenssi, Concord, sopusoinnun, ...
- ομότιμος στα φινλανδικά - yhdenvertainen, pääri, tiirailla, yhdenveroinen, tähyillä, peer, Vertaistyöskentely
- ομόφωνος στα φινλανδικά - yksimielinen, yhtenäinen, yksimielisesti, yksimielisiä, yksimielisen, yksimielisyys
- ονειδίζω στα φινλανδικά - pöhkö, kiusata, typerys, twit, nuija
Τυχαίες λέξεις
Ομόφωνα στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: yksimielisesti
Μεταφράσεις: yksimielisesti