Υποβολέας στα ουκρανικά
Μετάφραση: υποβολέας, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
запитаний, призвідник, винуватець, зачинщик, призвідця, заводій
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποβολέας
υποβολέας ετυμολογια, υποβολέας τσίπρα, υποβολέας θεοδωράκη, υποβολέας λεξικό, ο υποβολέασ, υποβολέας λεξικό γλώσσας ουκρανικά, υποβολέας στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- υποβοηθητικός στα ουκρανικά - додатковий, допоміжний, підсобний, помічник, корисний, корисна, корисну, ...
- υποβοηθώ στα ουκρανικά - сприяти, спонукати, підбурте, підбурювати, підбурити, підбурюватимуть, провокувати, ...
- υπογράφω στα ουκρανικά - ознака, підписати, признак, підписання, симптом, знак, зодіаку, ...
- υπογράφων στα ουκρανικά - який підписав, підписав, що підписав, підписала
Τυχαίες λέξεις
Υποβολέας στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: запитаний, призвідник, винуватець, зачинщик, призвідця, заводій
Μεταφράσεις: запитаний, призвідник, винуватець, зачинщик, призвідця, заводій