Υποβολέας στα ρωσικά

Μετάφραση: υποβολέας, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
суфлёр, подстрекатель, подсказчик, лицо, суфлер, зачинщик, зачинщиком, подстрекателем, инициатором
Υποβολέας στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υποβολέας

υποβολέας ετυμολογια, υποβολέας τσίπρα, υποβολέας θεοδωράκη, υποβολέας λεξικό, ο υποβολέασ, υποβολέας λεξικό γλώσσας ρωσικά, υποβολέας στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • υποβοηθητικός στα ρωσικά - дополнительный, подсобный, филиал, вспомогательный, второстепенный, разменный, помощник, ...
  • υποβοηθώ στα ρωσικά - поощрять, способствовать, побудить, понудить, содействовать, подстрекать, ABET, ...
  • υπογράφω στα ρωσικά - симптом, подписать, символ, подписание, помечать, вывеска, подписаться, ...
  • υπογράφων στα ρωσικά - сторона, подписавший, подписавшая, подписавшей, подписавшее Конвенцию, подписавшее
Τυχαίες λέξεις
Υποβολέας στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: суфлёр, подстрекатель, подсказчик, лицо, суфлер, зачинщик, зачинщиком, подстрекателем, инициатором