Αποικία στα πολωνικά
Μετάφραση: αποικία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
osada, kolonia, kolonii, kolonią, kolonię, kolonie
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποικία
αποικία χρέους, αποικία βακτηρίων, αποικία ορεινών μανιταριών, αποικία καβάφη, αποικία στον άρη, αποικία λεξικό γλώσσας πολωνικά, αποικία στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- αποθησαυρίζω στα πολωνικά - zbierać, nagromadzić, gromadzić, akumulować, Assam, Asam
- αποθνήσκω στα πολωνικά - ciągadło, mrzeć, umierać, konać, kokila, zdychać, zamierać, ...
- αποικιακός στα πολωνικά - kolonialny, osadniczy, kolonialnym, kolonialne, kolonialnych, colonial
- αποικώ στα πολωνικά - wyemigrować, emigrować, kolonia, kolonii, kolonią, kolonię, kolonie
Τυχαίες λέξεις
Αποικία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: osada, kolonia, kolonii, kolonią, kolonię, kolonie
Μεταφράσεις: osada, kolonia, kolonii, kolonią, kolonię, kolonie