Αποικία στα ρωσικά
Μετάφραση: αποικία, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
селение, колония, семья, поселение, колонии, колонией, колонию, колоний
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποικία
αποικία χρέους, αποικία βακτηρίων, αποικία ορεινών μανιταριών, αποικία καβάφη, αποικία στον άρη, αποικία λεξικό γλώσσας ρωσικά, αποικία στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- αποθησαυρίζω στα ρωσικά - копить, сосредотачивать, накоплять, награбить, Ассам, Assam, Ассама, ...
- αποθνήσκω στα ρωσικά - пуансон, скончаться, помереть, погибнуть, погибать, подохнуть, отмереть, ...
- αποικιακός στα ρωσικά - колониальный, колониальная, колониальной, колониальном, колониального
- αποικώ στα ρωσικά - эмигрировать, переселять, переезжать, переехать, колония, колонии, колонией, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποικία στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: селение, колония, семья, поселение, колонии, колонией, колонию, колоний
Μεταφράσεις: селение, колония, семья, поселение, колонии, колонией, колонию, колоний