Αποικία στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αποικία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
colônia, colónia, colónias, colônia de, colônias
Αποικία στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποικία

αποικία χρέους, αποικία βακτηρίων, αποικία ορεινών μανιταριών, αποικία καβάφη, αποικία στον άρη, αποικία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αποικία στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αποθησαυρίζω στα πορτογαλικά - amontoar, acumular, empilhar, Assam, de Assam
  • αποθνήσκω στα πορτογαλικά - dicionário, morrer, falecer, dado, morrem, morre, die, ...
  • αποικιακός στα πορτογαλικά - colonial, coloniais
  • αποικώ στα πορτογαλικά - emigrar, emergência, colônia, colónia, colónias, colônia de, colônias
Τυχαίες λέξεις
Αποικία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: colônia, colónia, colónias, colônia de, colônias