Αρπαγή στα πολωνικά

Μετάφραση: αρπαγή, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
porwanie, kidnaping, rabunek, kidnaperstwo, porywanie, konfiskata, atak, zagarnięcie, zdobycie, zajęcie
Αρπαγή στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρπαγή

αρπαγή ανηλίκου από γονέα, αρπαγή ελένης από θησέα, αρπαγή παιδιών, αρπαγή ανηλίκων, αρπαγή της περσεφόνης, αρπαγή λεξικό γλώσσας πολωνικά, αρπαγή στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • αρπάζομαι στα πολωνικά - walka, zmaganie, chwytak, chwyt, objąć, chwytać, zmagać, ...
  • αρπάζω στα πολωνικά - poderwać, zapadka, sprzęgło, przeziębić, dorwać, porywać, schwytać, ...
  • αρπακτικός στα πολωνικά - łupieżczy, grabieżczy, rabunkowy, rozbójniczy, drapieżny, raptorial
  • αρπακτικότητα στα πολωνικά - zaborczość, drapieżność, zachłanność, chciwość, rapacity
Τυχαίες λέξεις
Αρπαγή στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: porwanie, kidnaping, rabunek, kidnaperstwo, porywanie, konfiskata, atak, zagarnięcie, zdobycie, zajęcie