Αρπαγή στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: αρπαγή, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
одземање, заплена, напад, заплената, запленување
Αρπαγή στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρπαγή

αρπαγή ανηλίκου από γονέα, αρπαγή ελένης από θησέα, αρπαγή παιδιών, αρπαγή ανηλίκων, αρπαγή της περσεφόνης, αρπαγή λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αρπαγή στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • αρπάζομαι στα σλαβομακεδονικά - детиште, вид риба
  • αρπάζω στα σλαβομακεδονικά - пичката, изпросвам
  • αρπακτικός στα σλαβομακεδονικά - raptorial
  • αρπακτικότητα στα σλαβομακεδονικά - грабежлукот, во грабежлукот
Τυχαίες λέξεις
Αρπαγή στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: одземање, заплена, напад, заплената, запленување