Αρπαγή στα ρωσικά

Μετάφραση: αρπαγή, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
похищение, угон, грабеж, ограбление, захват, арест, изъятие, конфискация, выемка
Αρπαγή στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρπαγή

αρπαγή ανηλίκου από γονέα, αρπαγή ελένης από θησέα, αρπαγή παιδιών, αρπαγή ανηλίκων, αρπαγή της περσεφόνης, αρπαγή λεξικό γλώσσας ρωσικά, αρπαγή στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • αρπάζομαι στα ρωσικά - сцепиться, схватываться, схватить, схватиться, борьба, схватка, Snapper, ...
  • αρπάζω στα ρωσικά - стягивание, цапать, застигать, хватка, зажим, застучать, тиски, ...
  • αρπακτικός στα ρωσικά - хищнический, разбойничий, захватнический, хищный, грабительский
  • αρπακτικότητα στα ρωσικά - жадность, хищность, хищничество, алчность, прожорливость, хищности, ненасытность
Τυχαίες λέξεις
Αρπαγή στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: похищение, угон, грабеж, ограбление, захват, арест, изъятие, конфискация, выемка